Η πιο όμορφη θάλασσα είναι αυτή που δεν την αρμενίσαμε ακόμα.

Το πιο όμορφο παιδί δε μεγάλωσε ακόμα.

Τις πιο όμορφες μέρες, τις πιο όμορφες μέρες μας, δεν τις ζήσαμε ακόμα.
Δεν τις ζήσαμε ακόμα.

Δευτέρα 18 Απριλίου 2011

Η αλήθεια για το χρέος


Στην πραγματικότητα, σε όλη την περίοδο από το 1994 και μέχρι την υιοθέτηση του Μνημονίου, διατηρήθηκε η αυξητική τάση του δημόσιου χρέους, αν και με την ένταξη στο ευρώ μειώθηκε το επιτόκιο δανεισμού μέχρι και την απότομη άνοδό του το 2010. Η αύξηση του επιτοκίου δανεισμού και η μείωση των κρατικών εσόδων, λόγω της παραγωγικής συρρίκνωσης, παρά τη μεγάλη αύξηση κυρίως της έμμεσης φορολογίας, οδηγούν σε όξυνση του φαύλου κύκλου μεταξύ δημόσιου χρέους και ύφεσης. Με την υπογραφή του Μνημονίου αυξάνονται οι δαπάνες εξυπηρέτησης του χρέους από 6,5% το 2009 σε 9,55% του ΑΕΠ το 2014, λόγω των δυσμενέστερων όρων δανεισμού και της μείωσης του ΑΕΠ λόγω κρίσης μετά το 2009. Το χρέος και το έλλειμμα δε συνιστούν ελληνική ιδιομορφία. Πηγή τους είναι οι παροχές στο μεγάλο κεφάλαιο, όλα δηλαδή τα μέτρα που αποβλέπουν στη θωράκιση της ανταγωνιστικότητας και της κερδοφορίας των μονοπωλιακών ομίλων με φοροελαφρύνσεις, κίνητρα αναπτυξιακών νόμων. Οφείλονται επίσης στις ΝΑΤΟικές δαπάνες, σε άλλες αντιπαραγωγικές δαπάνες, όπως τα ολυμπιακά έργα. Οξύνεται το πρόβλημα του χρέους και των ελλειμμάτων από τις συνέπειες που έφερε η ενσωμάτωση της ελληνικής οικονομίας στην ΕΕ, γενικότερα στη βαλκανική και ανατολικο-ευρωπαϊκή αγορά. Είναι ουτοπία να πιστεύουν οι λαϊκές δυνάμεις ότι το κεφάλαιο επενδύει με κίνητρα ορθολογισμού ανάμεσα στους κλάδους της παραγωγής, με στόχο την εγχώρια παραγωγή που αποτελεί βάση για μια πιο ισορροπημένη δημοσιονομική διαχείριση. Επιπρόσθετα, η ένταξη στην ΕΕ επέδρασε καταστροφικά για σημαντικό μέρος της αγροτικής και ένα μέρος της μεταποιητικής παραγωγής. Ετσι, η ενδεχόμενη ανάκαμψη από την κρίση γίνεται πιο αμφίβολη, αναιμική και αδύναμη να περιορίσει σημαντικά την ανεργία. Οι υποσχόμενες καινοτομίες που προβάλλονται για νέες επενδύσεις, όπως είναι η πράσινη ανάπτυξη, η επέκταση και εμβάθυνση του τεχνολογικού εκσυγχρονισμού δεν μπορούν να εξασφαλίσουν θέσεις εργασίας που αντισταθμίζουν την αύξηση της ανεργίας, ούτε γενικά δυναμική καπιταλιστική ανάπτυξη. Αλλωστε, οι βιομηχανικοί κλάδοι της ενέργειας, των τηλεπικοινωνιών ή και κάποιων κλάδων της μεταποίησης έχουν μικρό μερίδιο στο ΑΕΠ, για να μπορέσουν να αντισταθμίσουν τη μακρόχρονη συρρίκνωση άλλων κλάδων της μεταποίησης και συνολικά της μεταποίησης. Για να πραγματοποιηθούν νέες επενδύσεις προαπαιτούμενο είναι να αποσπάσουν οι επιχειρηματίες νέα μείωση ασφαλιστικών εισφορών, νέες κρατικές επιδοτήσεις, πρόσθετες φοροαπαλλαγές που μεταφράζονται σε νέα επιδείνωση του εργατικού και λαϊκού εισοδήματος. Είναι μια ευκαιρία, μια σοβαρή δυνατότητα να κατανοηθούν τα ιστορικά όρια του καπιταλιστικού συστήματος, η αναρχία της παραγωγής, η ανισομετρία, η μεγάλη μείωση της σχέσης μεταξύ των ίδιων βιομηχανικών κεφαλαίων προς τα τραπεζικά, η έκταση και η ταχύτητα αγοραπωλησίας τίτλων ιδιοκτησίας και της κυκλοφορίας του χρηματικού κεφαλαίου. Να αξιοποιηθεί η πολιτική αστάθεια που αντικειμενικά θα εμφανιστεί από τη σκοπιά και προς όφελος του κινήματος. Να μην αξιοποιηθεί για να περάσουν σενάρια κυβερνητικής συνεργασίας που θα δυναμώσουν με διάφορα αριστερά, ανανεωτικά ή κεντρώα τάχα άλλοθι την επίθεση σε βάρος του λαού. Το εργατικό και λαϊκό κίνημα μπορεί και πρέπει να ανασυνταχθεί με σαφή αντιιμπεριαλιστικό - αντιμονοπωλιακό, στην ουσία αντικαπιταλιστικό, προσανατολισμό. Να αξιοποιήσει σε κάθε χώρα κάθε ρωγμή, κάθε τριγμό της αστικής διακυβέρνησης, με ανάλογο ιδεολογικό - πολιτικό προσανατολισμό και οργανωτική ετοιμότητα.


Μονόδρομος η ρήξη και αποδέσμευση από την ΕΕ Η ρήξη και η αποδέσμευση από την ΕΕ και η πάλη για την Ελλάδα της εργατικής λαϊκής εξουσίας είναι μονόδρομος για την εργατική τάξη και τα λαϊκά στρώματα. Η ένταξη της Ελλάδας στην ΕΟΚ και σήμερα στην ΕΕ, η όλη συμμετοχή της σ' αυτήν έγινε συνειδητά, ως στρατηγική επιλογή συμμετοχής της ελληνικής αστικής τάξης στην ευρωπαϊκή αγορά και κερδοφορία. Γιατί, όπως η κάθε αστική τάξη, έτσι και η ελληνική, δεν περιορίζεται στην απόσπαση της υπεραξίας μόνο στο πλαίσιο της εσωτερικής εθνικής αγοράς. Ταυτόχρονα, έχει πλήρη συνείδηση της αξίας που έχει η προστασία με κάθε τρόπο, πολιτικό και κατασταλτικό, την οποία της προσφέρει η διακρατική περιφερειακή ιμπεριαλιστική ένωση απέναντι στο λαϊκό κίνημα της χώρας, στην προοπτική διεκδίκησης της εξουσίας. Η αστική τάξη της χώρας, καθώς και τα αστικά κόμματα εξουσίας είχαν και έχουν πλήρη συνείδηση ότι η συμμετοχή, η απόσπαση μεριδίου των κερδών σε ευρωπαϊκό και διεθνές επίπεδο καθορίζεται από τις αντιθέσεις και τους ανταγωνισμούς, ότι τη σφραγίδα βάζει κάθε φορά και σε κάθε φάση ο συσχετισμός δυνάμεων. Δεν έχει καμία βάση, αντίθετα είναι ανιστόρητη και αποπροσανατολιστική, η άποψη που καλλιεργείται ότι η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ είναι μια εθελόδουλη κυβέρνηση που έφερε την Ελλάδα στη θέση της κατεχόμενης χώρας από την τρόικα και τη γερμανική κυβέρνηση. Η αστική τάξη της χώρας και τα δύο ανταγωνιζόμενα αστικά κόμματα, το ΠΑΣΟΚ και η ΝΔ, διεκδικούν και υποχωρούν έως εκεί που τους επιτρέπει ο συσχετισμός δυνάμεων, προσφέροντας ανταλλάγματα είτε θέσεις στα ευρωπαϊκά και άλλα μονοπώλια στην Ελλάδα, είτε κυριαρχικά δικαιώματα στο Αιγαίο, με στόχο πάλι τον πλουτισμό των μεγάλων επιχειρήσεων. Τον ίδιο στόχο έχουν και όταν προσφέρουν την ίδια τη χώρα ως εφαλτήριο ιμπεριαλιστικών επεμβάσεων, είτε ως διαμετακομιστικό κέντρο στα διάφορα ενεργειακά και τηλεπικοινωνιακά δίκτυα. Η διαμάχη ανάμεσα στις αστικές τάξεις και τις κυβερνήσεις της ΕΕ διαπλέκεται με τους ανταγωνισμούς στο διεθνές ιμπεριαλιστικό σύστημα με τα άλλα ιμπεριαλιστικά κέντρα και κράτη, περικλείει ανακατατάξεις μεταξύ τους, του ενός κέντρου ή κράτους σε βάρος του άλλου. Παντού οι λαοί ζουν και θα ζουν την επιδείνωση της θέσης τους και των δικαιωμάτων τους, όσο ο συσχετισμός δεν αλλάζει, δεν ανατρέπεται σε εθνικό επίπεδο, σε όσο γίνεται περισσότερες χώρες μαζί ή διαδοχικά. Η ανισομετρία, η δυσαναλογία, τα ιδιαίτερα συμφέροντα της αστικής τάξης και των μονοπωλίων της κάθε χώρας εκφράζονται στους βασικούς δείκτες της παραγωγής και της παραγωγικότητας, της ανταγωνιστικότητας, της διάρθρωσης των κλάδων, στη σχέση εισαγωγών και εξαγωγών εμπορευμάτων, στους ρυθμούς αύξησης και στον όγκο και του κατά κεφαλήν ΑΕΠ, αλλά και στη δημοσιονομική πολιτική, στο βιοτικό επίπεδο και στην ονομαστική αξία των μισθών, στην κοινωνική πολιτική. Αρα και στους όρους δανεισμού, στο ύψος των ελλειμμάτων και του χρέους, είτε υπάρχει ανάπτυξη είτε ύφεση - κρίση.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου